Λαμβάνουμε τις αποφάσεις μας συνυπολογίζοντας τις γνώσεις και τις αξίες μας. Αυτό ισχύει και για τις αποφάσεις που παίρνουμε ως κοινωνία για τα κοινά θέματα — δηλαδή, τις πολιτικές αποφάσεις.

Σε αυτές τις αποφάσεις, οι επιστήμονες μπορούν να έχουν ρόλο, αναπτύσσοντας και παρέχοντας τη σχετική γνώση. Φυσικά, οι επιστήμονες ως άτομα και πολίτες μπορεί να διαθέτουν και αξίες που, σε συνδυασμό με τις γνώσεις τους, να σχηματίζουν τις δικές τους προτιμήσεις για τις κοινές αποφάσεις. Όμως, όταν επιστήμονες παίζουν ρόλο στις πολιτικές αποφάσεις με την επαγγελματική τους ιδιότητα (π.χ., ως ειδικοί σύμβουλοι πολιτικών οργάνων ή εκπρόσωποι πανεπιστημιακών ιδρυμάτων), πρέπει και να διακρίνουν τις γνώσεις τους (τις οποίες παρέχουν ως ειδικοί στη συζήτηση των αποφάσεων) από τις αξίες τους (οι οποίες μπορεί να διαφέρουν από εκείνες των άλλων πολιτών και να μη σχετίζονται με τις επιστημονικές γνώσεις) — και να κάνουν τη διάκριση αυτή γνωστή στο κοινό. Με απλά λόγια, όταν κάποιος συμμετέχει σε μια πολιτική συζήτηση ως επιστήμονας, θα πρέπει να διακρίνει ξεκάθαρα το τι γνωρίζει από αυτό που θέλει.

Όταν δεν τηρείται αυτή η διάκριση, δημιουργείται εύλογη αμφιβολία για το αν η επιστημονική ενημέρωση γίνεται επιλεκτικά με τρόπο που εξυπηρετεί τις αξίες και άρα τις πολιτικές προτιμήσεις των επιστημόνων που τις παρέχουν — και η αμφιβολία αυτή σε βάθος χρόνου καταλήγει να απαξιώνει του επιστημονικούς φορείς. Για παρόμοιους λόγους, τα επιστημονικά ιδρύματα πρέπει να αποφεύγουν τη συλλογική έκφραση πολιτικών προτιμήσεων.

Η διάκριση μεταξύ γνώσεων και αξιών δεν αφορά μόνο επαγγελματίες επιστήμονες αλλά και άλλους επαγγελματίες. Για παράδειγμα, από τους δημοσιογράφους περιμένουμε να διαχωρίζουν την είδηση (γνώση) από το σχόλιο (που βασίζεται στις αξίες του σχολιαστή). Και από τους δικαστές περιμένουμε να διακρίνουν το τι προβλέπει ο νόμος (ως γνώστες επί των νόμων) από τις δικές τους αξίες, που μπορεί κάλλιστα να μην εκφράζονται από το νόμο.


Ανεκδοτολογικά:

  • Ο Άντονι Σκαλία, δικαστής στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, έλεγε “δεν έχω δημόσιες απόψεις για το τι πρέπει να είναι παράνομο και τι όχι, έχω δημόσιες απόψεις για το τι το σύνταγμα απαγορεύει και το τι δεν απαγορεύει.” Διαχώριζε δηλαδή τις προσωπικές του αξίες (τις “απόψεις” του, τις προτιμήσεις του) για το ποιος θα ήθελε να είναι ο νόμος, από τη γνώση του σχετικά με το ποιοι είναι οι νόμοι, ώστε να τους εφαρμόζει αντικειμενικά ως επαγγελματίας.
  • Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρρι Τρούμαν έλεγε ότι ήθελε έναν οικονομολόγο με ένα χέρι (“one-armed economist”). Και αυτό διότι όταν ρωτούσε τους οικονομολόγους που τον συμβούλευαν για την πολιτική που θα επέλεγε, του απαντούσαν “από τη μία πλευρά το ένα, από την άλλη πλευρά το άλλο” (“on one hand…, on the other hand…”). Φαίνεται λοιπόν πως ο Τρούμαν είχε οικονομολόγους που διέκριναν τη γνώση τους, την οποία παρείχαν εν είδει πιθανόν αντικρουόμενων συνεπειών μιας απόφασης, από τις αξίες που θα επέτρεπαν στον πρόεδρο να σταθμίσει τις διαφορετικές επιλογές και να κάνει την επιθυμητή (με βάση και τις αξίες του) επιλογή για την απόφαση — και τις οποίες αξίες ήταν δική του ευθύνη (δηλαδή του πολιτικού Τρούμαν, όχι των επιστημόνων οικονομολόγων) να παράσχει.